- Μακ Κίνλεϊ, Γουίλιαμ
- (William MacKinley, Νάιλς, Οχάιο 1843 – Μπάφαλο 1901). Αμερικανός πολιτικός, 25ος πρόεδρος των ΗΠΑ (1897-1901). Πολέμησε ως εθελοντής στον εμφύλιο πόλεμο και στη συνέχεια σπούδασε νομικά. Το 1877 εξελέγη μέλος του Κογκρέσου ως αντιπρόσωπος του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος και λίγα χρόνια αργότερα εισηγήθηκε, μαζί με τον Νέλσον Όλντριτς, το δασμολογικό νομοσχέδιο, το οποίο μετά την ψήφισή του το 1890 έμεινε γνωστό με την ονομασία νόμος Μ.Κ. (Mac Kinley Bill). Ο νόμος αυτός, απροκάλυπτα προστατευτικός και υποστηριζόμενος από ισχυρούς βιομηχανικούς οργανισμούς, έγινε επίκεντρο οξύτατων συζητήσεων και συνδέθηκε με τη σφοδρή διαμάχη μεταξύ διμεταλλιστών και αργυροφίλων, η οποία χώριζε τότε τη χώρα και τα δύο μεγαλύτερα κόμματα, για να γίνει τελικά –μετά την οικονομική κρίση του 1893– σύνθημα της εκλογικής εκστρατείας των Ρεπουμπλικάνων του 1896 ως «εγγύηση ευημερίας». Όταν ο Μ.Κ. εξελέγη πρόεδρος με την υποστήριξη των μεγάλων κεφαλαιούχων, των οποίων αρχηγός ήταν ο Μάρκους Αλόνσο Χάνα, πολιτεύτηκε με εξαιρετική επιφυλακτικότητα, που πλησίαζε την αδράνεια, στα εσωτερικά ζητήματα. Ήταν τότε η χρυσή εποχή των τραστ και των μεγάλων τραπεζιτών, εναντίον των οποίων ουδέποτε εφαρμόστηκε ο σχετικός νόμος. Αντίθετα εξάρτησε το κύρος του από την εξωτερική πολιτική: κήρυξε τον πόλεμο εναντίον της Ισπανίας για την απελευθέρωση της Κούβας (και ο πόλεμος ξέσπασε όταν πια η Ισπανία είχε δεχτεί όλες τις αμερικανικές αξιώσεις, αλλά χρειαζόταν για να ικανοποιηθεί η κοινή γνώμη)· προσάρτησε το Πουέρτο Ρίκο και την Γκουάμ και κατέλαβε τις Φιλιππίνες.
Ο Μ.Κ. επανεξελέγη το 1900 στο προεδρικό αξίωμα, αλλά δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει τη νέα θητεία του. Στις 14 Σεπτεμβρίου 1901, δολοφονήθηκε στο Μπάφαλο από τον 28χρονο αναρχικό Λίον Κχόλγκοζ, ο οποίος λίγο πριν οδηγηθεί στο εκτελεστικό απόσπασμα, δήλωσε για την πράξη του ότι «ο Μ.Κ. ήταν εχθρός των καλών εργαζομένων».
Η αναγγελία της δολοφονικής απόπειρας εναντίον του Γουίλιαμ Μακ Κίνλεϊ, στην εφημερίδα «The World» (της 7ης Σεπτεμβρίου 1901).
Dictionary of Greek. 2013.